Πέμπτη 5 Μαρτίου 2009

το χέρι που με κρατάει στη επιφάνεια


Ιππότη μου.

Σήμερα σε σκεφτόμουν από την στιγμή που σηκώθηκα. Έβρεχε από το βραδυ. Ήταν ένα όμορφο ξύπνημα να ακούω τις στάλες να σκάνε με δύναμη στο τζαμι. Και το δυνατό κρύο να σε αναγκάζει να κάτσεις στο κρεβάτι να χουζουρέψεις άλλο λίγο, τραβώντας το πάπλωμα πιο κοντά σου. Εκείνη την στιγμή πεθύμησα το ζεστό αγκάλιασμα σου. Την όμορφη καλημέρα σου και τα μισάνοιχτα ματάκια σου, σαν νεογέννητο κουτάβι. Στο σύμπαν μου, σου είπα καλημέρα και σηκώθηκα να ετοιμαστώ για δουλειά όσο πιο αθόρυβα γίνεται για να μην σε ξυπνήσω πάλι. Και φεύγοντας σε φίλησα απαλά στο μάγουλο και σου ευχήθηκα όνειρα γλυκα ιππότη μου.

Βγήκα στους δρόμους σαν τρελός. Δεν είχα αργήσει αλλα ένας ενθουσιασμός με είχε συνεπάρει. Λες και την καλημέρα σου την έζησα πραγματικά. Και κίνησα φορτσάτος στο αμάξι. Η βροχή είχε ηρεμήσει και μονο λίγες ψιχάλες πλέον έπεφταν απαλά στην ατμόσφαιρα. Ποτε δεν μου άρεσε τόσο η βροχή όσο εκείνη την ημερα που γνωριστήκαμε. Και εκείνη την ημερα ήταν σαν να συνωμοτούσε το σύμπαν να έρθουμε πιο κοντά. Δυο ομπρέλες. Δυο σώματα. Ένα φιλί. Και ο κόσμος να περνάει τριγύρω. Και ξανά το φιλί μας. Και εμείς κόντρα στον άνεμο σε μια διαδρομή που έγινε η πιο αγαπημένη μου. Όλα εναντίον μας. Η βροχή, ο αέρας. Αλλα εμείς σαν ένα σώμα να προχωρούμε κόντρα σε όλα αυτά. Ένα χρώμα αγάπης στο βρεγμένο τοπίο.

Στο δρόμο το ραδιόφωνο μου έκανε συντροφια με όμορφα τραγούδια που μιλούσαν για ερωτα. Μεγάλο και ανεκπλήρωτο. Η Νατάσσα μου αφιέρωνε μυστικά αυτό το τραγούδι. Διπλα σε σένα, χωρίς εσένα. Άλλωστε όλες οι μεγάλες κυριες μου έκαναν συντροφια τις μέρες της μοναξιάς μου. Όλες ένιωθαν το πάθος μου, την αγάπη μου και την ανάγκη μου να είσαι κοντά. Το ποσο δύσκολο είναι να ονειρεύομαι μακριά σου.

Σε θέλω πίσω ιππότη μου. Θέλω να σε βλέπω να μου χαμογελάς. Να με κοιτάς και να χάνομαι βαθιά μέσα στα ματια σου. Να μου κρατάς το χέρι όπως τότε, στην βροχή. Να σε αγκαλιάζω και να αφήνομαι στην ασφάλεια της αγκαλιάς σου. Να σε ζω. Να ξυπνάμε μαζί και να καθόμαστε τα πρωινά της Κυριακής στο μπαλκόνι, διαβάζοντας εφημερίδες και βλέποντας cartoons. Αφελές. Το ξέρω. Αλλα αυτό είναι ζωή για μένα. Την ρουτίνα θέλω. Τα απλά. Όχι τα περίεργα και τα σύνθετα.

Μου λείπεις. Και πες μου πως να σε αφήσω Με εμπνέεις να συνεχίσω άλλη μια μέρα ακόμη, με κρατάς δυνατό χωρίς να το ξέρεις. Πως μπορώ να αφήσω το χέρι που με κρατάει στην επιφάνεια

1 σχόλιο:

  1. Το ίδιο παθαίνω κι εγώ κάθε πρωί. Άμα χτυπάει το ξυπνητήρι και σκέφτομαι τι δουλειές έχω να κάνω ξανατυλίγομαι στις κουβέρτες και χουχουλιάζω. έτσι είναι άμα έχεις να μαγειρέψεις να αερίσεις το σπίτι να πλύνεις τα πιάτα και όλα τα συναφή, δε σε πάει η καρδιά να βγεις από το κρεβάτι.

    ΑπάντησηΔιαγραφή